Χάρβαρντ

Χάρβαρντ
(Harvard). Αμερικανικό πανεπιστήμιο με κύρια έδρα στο Καίμπριτζ (Μασαχουσέτη). Ιδρύθηκε το 1636 και είναι το αρχαιότερο και από τα μεγαλύτερα των ΗΠΑ· το 1639, πήρε την ονομασία X. προς τιμήν του Άγγλου φιλάνθρωπου Τζον Χάρβαρντ (Λονδίνο 1607 - Τσάρλσταουν, Μασαχουσέτη 1638), πουριτανού πάστορα που άφησε ένα μεγάλο κληροδότημα στο ίδρυμα. Το 1650 έγινε ανεξάρτητο νομικό πρόσωπο, προορισμένο για την εκπαίδευση της αγγλικής και ινδιάνικης νεολαίας και έμεινε για καιρό υπό την επιρροή της πουριτανικής Εκκλησίας, της οποίας οι εσωτερικές διαμάχες οδήγησαν, μεταξύ άλλων, στην ίδρυση του αντίπαλου πανεπιστημίου του Γέιλ, από τους πλέον αδιάλλακτους καλβινιστές. Παράλληλα με την απαλλαγή του από την επίδραση της Εκκλησίας, που ολοκληρώθηκε στα τέλη του 19ου αι., το πανεπιστήμιο απαλλάχτηκε βαθμιαία και από τον έλεγχο του κράτους, το οποίο το 1824 διέκοψε την άμεση χρηματοδότησή του· το 1865 το πανεπιστήμιο γίνεται εντελώς αυτόνομο και χρηματοδοτείται μόνο από ιδιωτικές εισφορές. Εκπαιδευτικό ίδρυμα με μακρά παράδοση και μεγάλο κύρος, είδε να αποφοιτούν από αυτό διανοούμενοι όπως ο Λονγκφέλοου, ο Θόροου, ο Ραλφ Ουόλντο Έμερσον, ο Χένρι Τζέιμς, ο Τόμας Στερν Έλιοτ και προσωπικότητες της επιστήμης και της πολιτικής, μεταξύ των οποίων 5 πρόεδροι των ΗΠΑ. Στην πρωτοπορία των εκπαιδευτικών μεθόδων, άρχισε από το πρώτο μισό του 19ου αι., και ιδιαίτερα επί προεδρίας του Τσαρλς Ου. Έλιοτ (1869 – 1909), να εφαρμόζει το λεγόμενο elective system, που επιτρέπει στους σπουδαστές να εκλέγουν από τη διδασκόμενη ύλη ό,τι τους ενδιαφέρει, ώστε να καταρτίζουν ένα προσωπικό πρόγραμμα: ελευθερία που περιορίστηκε αργότερα κατά διάφορους τρόπους για να συμβιβαστούν οι ιδιαίτερες προτιμήσεις του σπουδαστή με την απαίτηση μιας κοινής βάσης γενικής μόρφωσης. Μετά τον τελευταίο πόλεμο επικράτησε, αντίθετα το tutorial system, που συνίσταται στην ανάθεση μικρών ομάδων σπουδαστών, οι οποίοι δεν ξεπερνούν ποτέ τους 6, στην ιδιαίτερη βοήθεια ενός οδηγού (tutor). To παγκόσμιας φήμης αμερικανικό πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ στην Πολιτεία Μασαχουσέτη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Γκίλμπερτ, Γουόλτερ — (Walter Gilbert, Βοστόνη 1932 –). Αμερικανός φυσικοχημικός. Σπούδασε φυσική και χημεία στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και συνέχισε στο ίδιο πανεπιστήμιο τις μεταπτυχιακές σπουδές του. Αργότερα μεταπήδησε στο Κέιμπριτζ, όπου πραγματοποίησε και τη… …   Dictionary of Greek

  • Δημήτριος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Δ. Α’ ο Πολιορκητής. Βλ. λ. Δημήτριος ο Πολιορκητής. 2. Δ. Β’, ο αποκαλούμενος Αιτωλικός (275 – 229 π.Χ.). Βασι λιάς της Μακεδονίας (239 229 π.Χ.). Ήταν γιος του Αντίγονου Γονατά, τον οποίο διαδέχτηκε… …   Dictionary of Greek

  • βαρύτητα — Η δύναμη έλξης που ασκείται από το γήινο δυναμικό πεδίο. (Φυσ.) Β. ονομάζεται η ιδιότητα όλων των υλικών σωμάτων να έλκονται από τη Γη. Η έλλειψη β. στο εσωτερικό των τεχνητών δορυφόρων εμφανίζεται γιατί ο δορυφόρος μπορεί να θεωρηθεί ως σώμα που …   Dictionary of Greek

  • Βαν Βλεκ, Τζον Χάσμπρουκ — (John Hasbrouck Van Vleck, Κονέκτικατ 1898 – 1980). Αμερικανός φυσικός. Τιμήθηκε το 1977 με το βραβείο Νόμπελ φυσικής για την εργασία του σχετικά με την ηλεκτρονική δομή των μαγνητικών συστημάτων, από κοινού με τους Φίλιπ Άντερσον και σερ Νέβιλ… …   Dictionary of Greek

  • Βίνερ, Νόρμπερτ — (Norbert Wiener,Μισούρι, ΗΠΑ 1894 – Στοκχόλμη 1964). Αμερικανός μαθηματικός, ρωσοεβραϊκής καταγωγής. Αποφοίτησε από το γυμνάσιο του Άγιερ σε ηλικία 11 ετών. Σε ηλικία 18 ετών ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στο Χάρβαρντ, στη φιλοσοφία των… …   Dictionary of Greek

  • Γέγκερ, Βέρνερ — (Werner Jaeger, Λόμπεριχ, Ρηνανία 1888 – Χάρβαρντ, ΗΠΑ 1961). Γερμανός φιλόλογος και καθηγητής πανεπιστημίου. Διετέλεσε καθηγητής της κλασικής φιλολογίας στα πανεπιστήμια της Βασιλείας (1915 16), του Κίελου (1916 21), του Βερολίνου (1921 36) και… …   Dictionary of Greek

  • Γκέιτς, Μπιλ — (William «Bill» Gates,Σιάτλ 1955 –). Αμερικανός ερευνητής τεχνολογίας και επιχειρηματίας. Ο Γ. υπήρξε συνιδρυτής, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Microsoft, μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής λογισμικού υπολογιστών. Σε… …   Dictionary of Greek

  • Γκλάσοου, Σέλντον Λι — (Sheldon Lee Glashow, Μανχάταν 1932 –). Αμερικανός φυσικός, ρωσοεβραϊκής καταγωγής. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Κορνέλ και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στο Χάρβαρντ. Η διδακτορική διατριβή του είχε τον τίτλο Η τροχιά του μεσονίου στις… …   Dictionary of Greek

  • Γουίλσον, Κένεθ — (Kenneth Wilson, Μασαχουσέτη 1936 –). Αμερικανός φυσικός. Ο Γ. ξεκίνησε με τις καλύτερες προϋποθέσεις για μια λαμπρή επιστημονική σταδιοδρομία, καθώς ήταν γιος μέλους του διδακτικού προσωπικού του τμήματος χημείας του Χάρβαρντ και εγγονός… …   Dictionary of Greek

  • Δουκάκης, Μάικλ Στάνλεϊ — (Michael Stanley Dukakis, Μπρούκλιν, Μασαχουσέτη 1933 –). Ελληνοαμερικανός νομικός και πολιτικός. Σπούδασε νομικά στα πανεπιστήμια Χάρβαρντ και Σουόρθμορ. Παράλληλα με την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος ασχολήθηκε με την πολιτική. Ως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”